Πεινώ για τη φωνή σου, το στόμα σου, το δέρμα,
και στους δρόμους γυρνώ νηστικός, βουβαμένος,
δε με κρατάει πια το ψωμί,κι η αυγή μ' αναστατώνει,
γυρεύω των ποδιών σου τον υγρό ήχο τη μέρα.
Με κόβει πείνα για το γλιστερό σου γέλιο,
τα χέρια με του οργίλου σταροσωρού το χρώμα,
πεινώ για τη χλωμή την πέτρα των νυχιών σου,
θέλω σα φρέσκο αμύγδαλο το δέρμα σου να φάω.
Θέλω να φάω τη λάμψη που' καψε η ομορφιά σου,
την περήφανη μύτη του αγέρωχου προσώπου,
τον φευγαλέο να φάω των βλεφάρων σου ίσκιο.
κι έρχομαι πεινασμένος κι οσφραίνομαι το σούρουπο
γυρεύοντάς σε, τη ζεστή γυρεύοντας καρδιά σου
σαν ένας πούμα στη μοναξιά του Κιτρατούε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου