Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2009

Περιμένοντας το βράδυ

Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε, όμως τα βράδια κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα
κι η μουσική είναι φίλη μας - και συχνά μέσα στον ύπνο
ακούμε τα βήματα παλιών πνιγμένων ή περνούν μές στον καθρέφτη πρόσωπα
που τα είδαμε κάποτε σ' ένα δρόμο ή ένα παράθυρο και ξανάρχονται επίμονα
σαν ένα άρωμα απ' τη νιότη μας - το μέλλον είναι άγνωστο, το παρελθόν ένα αίνιγμα,
η στιγμή βιαστική κι ανεξήγητη. Οι ταξιδιώτες χάθηκαν στο βάθος,
άλλους τους κράτησε για πάντα το φεγγάρι
οι καγγελόπορτες το βράδυ ανοίγουνε μ' ένα λυγμό, οι ταχυδρόμοι ξέχασαν το δρόμο
κι η εξήγηση θά' ρθει κάποτε, όταν δε θα χρειάζεται πια καμμιά εξήγηση.

Α! πόσα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα - τί έρωτες, Θεέ μου, τί ηδονές, τί όνειρα,
ας πάμε τώρα να εξαγνιστούμε μες στη λησμονιά.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 27, 2009

Μικρά γυμνάσματα λησμονιάς

Ευλογία

Καλότυχοι εκείνοι που δε γνώρισαν τον εαυτό τους
ανδρείοι εκείνοι που αποσιώπησαν την αθωότητά τους
μα ευλογημένοι αυτοί που τα δώσανε όλα
κι ύστερα κοίταξαν έν' άστρο
σαν τη μόνη ανταπόδοση.


Αισθητική

Όσο για κείνη την ιστορία
υπάρχουν πολλές εκδοχές.
Η καλύτερη όμως
είναι πάντα αυτή που κλαις.

Τάσος Λειβαδίτης

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 26, 2009

Γυναίκα - Ν.Καββαδίας

Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.

Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες;
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες

Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.

Πράσινο. Αφρός, θαλασσινό βαθύ και βυσσινί.
Γυμνή. Μονάζα ένα χρυσό στη μέση σου ζωστήρι.
Τα μάτια σου τα χώριζαν εφτά Ισημερινοί
μες του Giorgione το αργαστήρι.

Πέτρα θα τού' ριξα και δε με θέλει το ποτάμι.
Τί σού'φταιξα και με ξυπνάς προτού να φέξει.
Στερνή νυχτιά του λιμανιού δεν πάει χαράμι.
Αμαρτωλός που δε χαρεί και που δε φταίξει.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα




MAL DU DEPART

Always the perfect, unworthy lover
of the endless voyage and azure ocean,
I shall die one evening, like any other,
without having crossed the dim horizon.

For Madras, Singapore, Algeria, Sfax,
the proud ships will still be setting sail,
but I shall bend over a chart-covered desk
and look in the ledger, and make out a bill.

I'll give up talking about long journeys,
My friends will think I've forgotten at last;
my mother will be delighted: she'll say
"A young man's fancy, but now it's passed."

But one night my soul will rise up before me,
and ask, like some grim executioner, "Why?"
This unworthy trembling hand will take arms
and fearlessly strike where the blame must lie.

And I, who longed to be buried one day
in some deep sea of the distant Indies
shall come to a dull and common death;
shall go to a grave like the graves of so many.


nikos kavvadias

Τρίτη, Φεβρουαρίου 24, 2009

Μυστηριώδεις εξαφανίσεις



Κι ίσως αυτό να φταίει που είμαστε τόσο δυστυχισμένοι ή όταν τα τζάμια είναι θολά απ' τη βροχή τα καθαρίζεις μ' ένα πανί - για να φανεί τί; ίσως ο ταχυδρόμος, αλλά τί να τον κάνουμε τον ταχυδρόμο, το φεγγάρι είναι άρρωστο και δεν απαντάει πια στις επιστολές μας - κι έτσι έφυγε η ζωή, πλην όμως δεν το πρόσεξα πάντα ανήσυχος για πράγματα άλλα,"είναι το μοναδικό μου όνειρο" τραύλισα χωρίς να ξέρω σε ποιον το λέω και γιατί ακριβώς μιλάω και κάθε φορά που ψαχνόμουν έβρισκα έναν άλλον μες το παλτό μου, αλλά μήπως κι η καημένη η Γλυκερία: λένε πως εξαφανίστηκε μυστηριωδώς ενώ βρισκόταν ολομόναχη στην κάμαρα, χωρίς να ξέρουν πόσο εύκολα ραγίζει μια καρδιά ή πόσο λίγο βρίσκεται κανείς μες στη ζωή του...

Σκηνές από μακρινά φώτα - Τάσος Λειβαδίτης

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 23, 2009

Ποιός Θα μου κάνει παρέα;

Χρήσιμες συμβουλές και θαύματα παντού, αρκεί να ξέρεις να τα αναζητάς..

Μερικές φορές νοιώθω σα να ήρθες , μου πήρες το σπαθί και μ’έβαλες να ξαπλώσω πάνω στην ασπίδα.

Χρειάζονται όλα αυτά ή τόσος κόπος για το τίποτα; Συνέχισε να με κοιτάς..

Όλα τα βρήκαμε, έμεινες μόνο μια στιγμή στην άκρη κι έφυγες..Δεν άντεξες.

Χωρίς να μιλήσω για αγάπη, φτάνει, μ’έχεις τρελλάνει..
Για όνειρα μιλήσαμε , τα δίχως τέλος παραμύθια εξαντλήθηκαν.

Τελικά η καρδιά δεν είναι για να την ακούς..Σε ξεκουφαίνει.

Απλά λόγια για παράξενους ανθρώπους..

Κλείνω τα μάτια και λέω αυτό που αισθάνομαι..

Γίνανε όλα θολά ..και έφυγα.


Δημοσιεύτηκε στα Περίπου ποιήματα.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 20, 2009

Η Μάσκα πίσω από τις Μάσκες

Μακριά, στο φεγγαρόφωτο,
Στο ποτάμι, μια βάρκα
Γαλήνια περνά.
Αυτό τί φανερώνει;

Δεν ξέρω, μα εγώ απομακρύνομαι
Από τον εαυτό μου,
Και ονειρεύομαι
Κάτι που δεν μπορώ να δω.

Ποια αγωνία με καταβροχθίζει;
Ποιος έρωτας κανέναν μας δεν εξηγεί;
Η βάρκα περνά
Κι η νύχτα μένει.

Fernndo Pessoa

Η διαθήκη μου

Αντισταθείτε
σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει : καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι
και λέει : Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρία εισαγωγαί - εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες
ατέλιωτες τις παρελάσεις
σ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται
μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακίες τις ευχές τις τόσες υποκλίσεις
απο γραφιάδες και δειλούς για το σοφό
αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη
διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
(........)
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
απο φωνή
απο τροφή
απο άλογο
απο σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.

Μιχάλης Κατσαρός

I speak

I speak about the last trumps of the defeated soldiers
About the last rags from our festal garments
About our children that sell cigarettes to the passerbys
I speak about the withered flowers on the graves that are being rotten by the rain
About the houses that gape without windows like skulls without teeth
About the girls that beg showing the wounds on their breasts
I speak about the barefoot mothers that grovel in the ruins
About the burning cities, the lumps of corpses on the streets,
The pimping poets that creep at night on the doorsteps
I speak about the endless nights when the light diminishes at dawn
About the loaded trucks and the steps on the wet tiles
About the prison yards and the tears of the moribund

But mostly I speak about the fishermen
Who left their fishing nets and followed His steps
And when He got tired they didn’t rest
And when He betrayed them they didn’t deny
And when He was glorified they turned their look
And their comrades spit and crucified them
And they peacefully walk the endless road
Without glooming or bending their glance

Standing and alone in the dreadfull wilderness of the crowd

M.Anagnostakis

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 18, 2009


Nα 'χε η νοσταλγία σώμα να το σπρώξω απ' το παράθυρο έξω !
Nα τσακίσω εκείνο που δε γίνεται !
-Εκείνο που δε γίνεται-

Oδυσσέας Ελύτης

Αερικό -Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Όλα του κόσμου τα πουλιά
όπου κι αν φτερουγίσαν
όπου κι αν χτίσαν την φωλιά
όπου κι αν κελαηδήσαν

Εκεί που φτερουγίζει ο νους
εκεί που ξημερώνει
μαργώνουν τα πουλιά της γης
κι ούτε ένα δεν ζυγώνει

Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

Ανάσα είναι καυτερή
και στέπα του Καυκάσου
η σκέψη που παραμιλά
και λέει τα όνειρά σου

Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είναι αληταριό
που όλο θα δραπετεύει

Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

-----------------------
Pixie*-Th.papakostantinou

All this world's birds
wherever they flapped
wherever their nest is built
wherever they warbled

Where a man's mind can flap
where a man's mind can rise
not even one of this world's birds
has ever arrived

Like a pixie* shall i live
Like a pixie

Fiery breath it is
and Caucasus steppe
your maundering thought
that tells your deams

No matter how many prisons they build
and if the cordon gets smaller
our vagran mind
will always escape

Like a pixie shall i live
Like a pixie

Like a pixie shall i live
Like a pixie

*Pixie = elf = spright

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ

Συναντηθήκαμε ισότιμοι κι απλοί
κυρίαρχος ή σκλάβος δεν υπήρξε.
Όλα έγιναν με τέλεια συντομία
ώσπου ξανατραβήξαμε τούς χωριστούς μας δρόμους.
Σαν στιγμιαίο όνειρο της μέρας
πού θα συναντηθούν
ο άντρας κι η γυναίκα.

Παρίσι,Μάρτης 1960.ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ

Τρίτη, Φεβρουαρίου 17, 2009


Πώς πηγαίνει το ρολόι χωρίς να βιάζεται
τρώγοντας με τέτοια σιγουριά τα χρόνια;
Οι μέρες είναι μικρά περαστικά σταφύλια,
οι μήνες ξεθωριάζουνε ξεκρεμασμένοι από το χρόνο.
Φεύγει, φεύγει η στιγμή προς τα πίσω, χτυπημένη
απ' το πιο αμετακίνητο πυροβολικό
και ξαφνικά μένει ένας χρόνος για να του δίνουμε,
ένας μήνας, μια ημέρα, και φτάνει ο θάνατος στο καλαντάρι.
Κανείς δε μπόρεσε να σταματήσει το νερό που τρέχει,
δε σταματούσε ούτε μ' αγάπη ούτε με σκέψη,
συνέχισε, συνέχισε να τρέχει ανάμεσα στον ήλιο και στα όντα
και μας σκότωσε με το περιστροφικό του πέρασμα.
Ώσπου τελικά πέφτουμε μέσα στο χρόνο,
που μας παίρνει και πάμε, νεκροί,
σωριασμένοι, χωρίς ύπαρξη, μή όντας ούτε σκιά
ούτε σκόνη ούτε λέξη. Κι εκεί όλα σταματάνε
και στην πολιτεία που μέσα της δε θα ζήσουμε πια
μείναν άδεια τα ρούχα και η περηφάνια.

Στο Σκοτάδι της Σιωπής

Δεν θα μιλήσουμε ξανά
Το ξέρω
Ευφάνταστες ιστορίες δεν θα ακούσω ξανά από τα χείλη σου
Νανουρίσματα μυρωδάτα δεν θα με κοιμίσουν ξανά
Το κελαρυστό σου γέλιο δεν θα ηχήσει στ΄ αυτιά μου
Ροκ τραγούδια δεν θα με συνοδέψουν στο χορό
Κλείνω αυτιά και μάτια
Ακούω τον ήχο μου, τον ήχο της ψυχής μου
Κι αν δεν μιλήσουμε,
Τι σημαίνει
Μήπως η γη θα σταματήσει να αλητεύει στο σύμπαν;
Μήπως ο ήλιος θα βασιλεύει τη νύχτα;
Μήπως οι βερικοκιές θα πάψουν ν΄ ανθίζουν κάθε άνοιξη;
Μήπως η θάλασσα θα αδειάσει από ψάρια και ανεμώνες;
Κι όμως και το πιο ταπεινό χορτάρι
Είναι εξίσου σημαντικό με το ταξίδι των αστεριών
Το καλοκαίρι πνίγεται μέσα στη νοσταλγία
Το φθινόπωρο κουβαλάει μέσα του ψηλαφίσματα βροχής
Κι ο χειμώνας βυθίζεται στη σιωπή
Μια γαλάζια ρυτίδα στην άκρη των χειλιών μου
Μια γραμμή ανεπαίσθητη δίπλα στα μάτια
Δεν θα μιλήσουμε ξανά
Φεύγεις πέρα από φλύαρα λιβάδια
Χάνεσαι στο μυστήριο του λυκόφωτος
Μνήμες αόρατες θα στολίσουν το στεφάνι της Πρωτομαγιάς
Κι ό,τι ζήσαμε
Δεν θα το μοιραστούμε ποτέ
΄Όταν ξημερώσει
Φοβάμαι μήπως πιστέψουμε ότι τα έχουμε όλα φανταστεί
Γι΄ αυτό κι εγώ σου μιλώ μέσα στα όνειρα
Στοργικά ψηλαφίζω τις στιγμές
Τις αποθέτω στον ανάγλυφο κήπο του Παράδεισου
Εκεί ανθίζουν οι ολοζώντανες θύμησες
Εκεί θα μείνει πάντα το άρωμά τους
Άρωμα φιλιού, άρωμα νύχτας,
Άρωμα ερωτικής έλξης, άρωμα αδιέξοδου,
Άρωμα της απόλυτης γνώσης και της απόλυτης άγνοιας








Από δω κι από κει


Είναι πια η γη
τριγύρω μου δίνοντάς μου στροφές
όπως το μέταλλο στον ήχο της καμπάνας.

Εδώ βρίσκεται ότι αγάπησα,
στο μικρό μου σύμπαν,
το αστέρινο σύστημα των κυμάτων,
η απότομη αρρυθμία των βράχων.
Μακριά μια πολιτεία με τα ράκη της
που με καλεί - φτωχή σειρήνα -
για να μην πάψει ποτέ η καρδιά μου
νά' ναι ερωτευμένη με τα σκληρά της καθήκοντα.
Και γω με ουρανό και λύρα
στο φως του ότι αγαπώ,
ασάλευτος, αναποφάσιστος,
υψώνω την κούπα του τραγουδιού μου.

Ω, αυγή λευτερωμένη
απ' τη σκιά και τη σελήνη μέσα στον ωκεανό,
πάντα γυρίζω στο πύρινο αλάτι σου,
πάντα η μοναξιά σου με παρακινεί,
κι αφού φτάσω ξανά, ποιος είμαι δεν ξέρω,
αγγίζω την άμμο τη σκληρή, κοιτάω τον ουρανό,
βαδίζω χωρίς να ξέρω πού πηγαίνω,
ώσπου απ' τη νύχτα
ανεβαίνουν και κατεβαίνουν άνθη ανείπωτα:
στο δριμύ άρωμα
της παραλίας πάλλονται τ' αστέρια.

Περιπλανώμενος έρωτας, ξανάρχομαι
με τούτη τη δροσερή κι αποσταμένη καρδιά
που ανήκει στο νερό και στην άμμο,
στο ξερό χώμα της όχθης,
στην άσπρη μάχη του αφρού.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 16, 2009

ΝΑ Μ' ΑΓΑΠΑΣ/Α.Θωμόπουλος/Π.Σιδηρόπουλος

Σου γράφω πάλι από ανάγκη
η ώρα πέντε το πρωί
το μόνο πράγμα που 'χει μείνει
όρθιο στον κόσμο είσαι εσύ
Τι να τις κάνω τις τιμές τους
τα λόγια τα θεατρικά
μες στην οθόνη του μυαλού μου
χάρτινα είδωλα νεκρά
Να μ' αγαπάς όσο μπορείς να μ' αγαπάς
Κοιτάζοντας μες στον καθρέφτη
βλέπω ένα πρόσωπο γνωστό
κι ίσως η ασχήμια του να φύγει
μόλις πλυθώ και ξυριστώ
Βρωμάει η ανάσα απ' τα τσιγάρα
βαραίνει ο νους μου απ' τα πολλά
στον τοίχο κάποια Μόνα Λίζα
σε φέρνει ακόμα πιο κοντά
Να μ' αγαπάς όσο μπορείς να μ' αγαπάς
Αν και τελειώνει αυτό το γράμμα
η ανάγκη μου δε σταματά
σαν το πουλί πάνω στο σύρμα
σαν τον αλήτη που γυρνά
Θέλω να 'ρθείς και να μ' ανάψεις
το παραμύθι να μου πεις
σαν μάνα γη να μ' αγκαλιάσεις
σαν άσπρο φως να ξαναρθείς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 15, 2009

Για ν' ανεβείς στον ουρανό....


Για ν΄ανεβείς στον ουρανό
χρειάζονται
δυο φτερά,
ένα βιολί
και κάτι πράγματα
που δε μετριούνται, που δεν έχουν όνομα,
πιστοποιητικά ματιού που πάει μακριά και αργά,
επιγραφή στα νύχια της αμυγδαλιάς,
τίτλοι της πρωινής χλόης.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 14, 2009

Emerge tu recuerdo de la noche en que estoy.
El rio anuda al mar su lamento obstinado.

Abandonado como los muelles en el alba.
Es la hora de partir, oh abandonado !

................ .

Es la hora de partir , la dura y fria hora
que la noche sujeta a todo horario .

................ .

Ah mas alla de todo. Ah mas alla de todo.
Es la hora de partir. Oh abandonado.

P.Neruda

Νύχτωσε νύχτα

Είναι κάτι σταυροδρόμια μαγεμένα
που συναντιόμαστε και ύστερα χανόμαστε
πόσες φορές δεν έκλαψα για σένα
που ζήσαμε μαζί τόσα πολλά και πια δεν γνωριζόμαστε...

πως θα 'ναι όλα πιο δύσκολα πρέπει ν' αποφασίσω
μα απ' όλα περισσότερο αυτό που με πειράζει
είναι την απουσία σου πως πάω να συνηθίσω, πως πάω να συνηθίσω...

Νύχτωσε νύχτα νύχτωσε και σκέπασέ με
νύχτωσε νύχτα νύχτωσε και παρηγόρησέ με......

Κυριακή, Φεβρουαρίου 08, 2009

Η αγάπη ανασταίνει

...Ας μη με αγαπά, όσο θέλει, ή ας μη με αγαπά όσο λίγο μπορεί. Αυτό δεν θα με εμποδίσει ποτέ εγώ να τον αγαπώ, άν έτσι έχω αποφασίσει. Ας με μισούν όσο θέλουν, ποτέ δεν θα με υποχρεώσουν να τους μισήσω κι εγώ, αν έτσι αποφασίζω. Η ασύγκριτη και ακαταμάχητη εξουσία του ευεργετήματος του αγαπάν αντλεί όλη τη δύναμή της από το γεγονός ότι η αμοιβαιότητα δεν την επηρεάζει, όπως και η αναμονή επενδυτικών αγαθών δεν τη μολύνει. Ο εραστής έχει ένα μοναδικό προνόμιο: δεν έχει τίποτα να χάσει, ακόμα κι αν δεν αγαπηθεί με τη σειρά του, γιατί μια περιφρονημένη αγάπη δεν παύει να είναι μια απολύτως ολοκληρωμένη αγάπη, όπως ένα δώρο που απορρίφθηκε δεν παύει να είναι ένα δώρο απολύτως δοσμένο. Ακόμη περισσότερο, ο εραστής δεν έχει να χάσει τίποτε. Δεν θα μπορούσε καν να χαθεί, και να το ήθελε ακόμα, γιατί και όταν τα δίνει όλα, αυτό ούτε τον καταστρέφει, ούτε τον φτωχαίνει, μόνο δείχνει ακόμα καθαρότερα το βασιλικό του προνόμιο-ότι όσο πιο πολύ δίνει, όσο πιο πολύ χάνει και σκορπίζει, τόσο λιγότερο χάνει τον εαυτό του, αφού η εγκατάλειψη και η απώλεια ορίζουν τον μοναδικό, διακριτικό και αναπαλλοτρίωτο χαρακτήρα του αγαπάν. Η αγάπη ή δίδεται μέχρις απωλείας ή απόλλυται ως αγάπη. Όσο περισσότερο αγαπώ επί ζημία, τόσο λιγότερο χάνω από τα μάτια μου την αγάπη, αφού η αγάπη αγαπά ως εκεί που χάνεται ο ορίζοντας. Η πράξη της αγάπης δεν κάνει μόνο να μη φοβάται κανείς την απώλεια, είναι η ελευθερία της απώλειας η ίδια. Όσο περισσότερο χάνω, και μάλιστα ανεπιστρεπτί, τόσο περισσότερο ξέρω ότι αγαπώ και χωρίς αμφισβήτηση. Μία μόνο απόδειξη της αγάπης υπάρχει-να δίνει κανείς χωρίς επιστροφή, χωρίς ανάκτηση, επομένως να μπορεί να χάνει δίνοντας, ακόμα και να χάνεται. Αλλά η αγάπη η ίδια δεν χάνεται ποτέ, αφού ολοκληρώνεται μέσα στο χάσιμο... Ν΄αγαπάς έγκειται κάποτε στο να μην είσαι αγαπημένος-ή τουλάχιστον να αποδέχεσαι ότι μπορείς να μην είσαι. Τίποτε, ούτε το είναι ούτε το μηδέν, δεν μπορεί να περιορίσει, να συγκρατήσει ή να εμποδίσει την αγάπη, εφόσον αγαπώ σημαίνει, κατ' αρχήν, διακινδυνεύω να μην είμαι αγαπημένος. Να αγαπά κανείς χωρίς να είναι αγαπημένος-αυτό ορίζει την αγάπη χωρίς το είναι. Ο απλός τυπικός ορισμός της αγάπης περιλαμβάνει τη νίκη της πάνω στο τίποτα, επομένως πάνω στο θάνατο. Η αγάπη ανασταίνει...
...Αν στο εμπόριο και τη συναλλαγή η αμοιβαιότητα βασιλεύει-και νόμιμα-είναι επειδή επιτρέπει να διακρίνονται οι καλές συμφωνίες από τις κακές, υπολογίζοντας το λόγο που αρκεί να επικυρώσει τις μεν και να ακυρώσει τις δε. Η αμοιβαιότητα δίνει λόγο για την οικονομία, υπολογίζοντας όσο γίνεται ακριβέστερα αυτό που δίνει ο ένας στον άλλο για την προσφερόμενη υπηρεσία και την παροχή που έγινε. Η τιμή καθορίζει την αναλογία της συναλλαγής και εγγυάται τη δίκαιη αμοιβαιότητα. Η τιμή δίνει λόγο για την οικονομία. Επομένως αν ο εραστής αποφασίζει να αγαπήσει χωρίς ασφάλεια ανταπόδοσης, να αγαπήσει πρώτος ανεπιφύλακτα, δεν παραβαίνει μόνο την αμοιβαιότητα, αλλά έρχεται και σε αντίθεση προς τον αποχρώντα λόγο της οικονομίας. Συνεπώς, αγαπώντας χωρίς αμοιβαιότητα, ο εραστής αγαπά χωρίς λόγο, χωρίς να μπορεί να δώσει λόγο-ενάντια στην αρχή του αποχρώντος λόγου. Παραιτείται και από το λόγο και από τον αποχρώντα χαρακτήρα του. Όπως ένας πόλεμος ξεσπάει χωρίς λόγο εντέλει, καθώς τινάζονται στον αέρα και παραβαίνονται όλοι οι καλοί λόγοι, έτσι ο εραστής κάνει και ξεσπάει ο έρωτας. Εξομολογείται τον έρωτά του, όπως κηρύσσει κανείς πόλεμο-χωρίς λόγο. Δηλαδή ενίοτε χωρίς καν να περιμένει και χωρίς να προσέξει πως το κάνει.
Αυτή η απάρνηση του λόγου του αγαπάν, που κυρίως χαρακτηρίζει τον έρωτα του εραστή, δεν έχει να κάνει ωστόσο με έναν τετριμμένο παραλογισμό. Δεν είναι μία ανικανότητα του εραστή να βρεί λόγους, μια έλλειψη συλλογιστικής ικανότητας ή κοινού νου, αλλά μια ανεπάρκεια του λόγου του ίδιου όταν του ζητείται να δώσει λόγο για την πρωτοβουλία του αγαπάν. Ο εραστής δεν περιφρονεί το λόγο: απλώς δεν υπάρχει λόγος όταν το θέμα είναι να αγαπήσει κανείς. Η αγάπη δεν έχει λόγο, ο λόγος της διαφεύγει, όπως όταν λέμε ότι το έδαφος χάνεται κάτω από τα πόδια μας. Του έρωτα του λείπει ο λόγος, όπως μας λείπει το οξυγόνο στην ορειβασία όσο ανεβαίνουμε ψηλότερα...

Από το βιβλίο του Jean-Luc Marion "Tο ερωτικό φαινόμενο" , εκδόσεις ΠΟΛΙΣ 2008

Τρίτη, Φεβρουαρίου 03, 2009

Προαίσθηση

Κάποτε σαν δυο ξένοι θα δίνουμε τα χέρια
κι όλη αυτή η πυρκαγιά
θάναι: τα περασμένα
οι μέρες που περάσαμε μαζί
σχεδόν μια ιστορία τρίτων

Κανένας ποτέ δε γλιτωσε απ' το χρόνο.

Καταλαβαίνεις τώρα
γιατί κάθε στιγμή μου είμαι αληθινός,
γιατί κάθε στιγμή μου θέλω νάναι αληθινή.

Γιάννης Νεγρεπόντης